Ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης Ευγένιος Α΄, κατά κόσμον Ευάγγελος Ψαλιδάκης, υπήρξε μια από τις σπουδαιότερες μορφές της Εκκλησίας της Κρήτης. Κι ήταν σπουδαίος γιατί άφησε πίσω του τεράστιο έργο, γιατί ήταν ταπεινός, με ηθική αντοχή και διοίκησε με σεμνότητα την τοπική Εκκλησία, παρότι ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλοπάτι της ενώ ήταν μόλις 38 ετών και δέχθηκε έκτοτε πολλές επιθέσεις.
Ήταν ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης μετά την ανύψωσή της σε
Αρχιεπισκοπή και επικεφαλής της ημιαυτόνομης Εκκλησίας μας από τον Μάιο του
1950 ως τον θάνατό του, στις 7 Φεβρουαρίου 1978.
Στη Βουλισμένη Μεραμπέλου στο Λασίθι, όπου γεννήθηκε στις 11
Σεπτεμβρίου 1912, υπάρχει το πατρικό του σπίτι, δυστυχώς εγκαταλελειμμένο κι
αφημένο στην τύχη του, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε στο σχετικό φωτογραφικό
υλικό του e-storieskritis.gr
Σε αυτό το σπίτι, που βρίσκεται σε ένα στενό δρομάκι,
έχοντας πια γύρω του μόνο άλλα ερειπωμένα σπίτια, ο Εμμανουήλ και η Μαρία Ψαλιδάκη
έφεραν στον κόσμο τα τρία τους παιδιά. Ο πρώτος, ο Γεώργιος, πέθανε πολύ
μικρός. Μετά γεννήθηκε ο Ευάγγελος και τελευταία η Αικατερίνη. Και τα δυο
παιδιά αφιερώθηκαν στο Θεό, ο ένας εξελίχθηκε σε Αρχιεπίσκοπο και η αδελφή του
έγινε μοναχή παίρνοντας το όνομα Ευγενία.
Η γέννηση του Ευάγγελου, μετέπειτα Ευγενίου, συνέπεσε με το έτος κήρυξης του Α Παγκοσμίου Πολέμου.Ο πατέρας του Εμμανουήλ ήταν αγρότης και λειτουργούσε κι ένα καφενείο. Ο δικός του πατέρας και παππούς του Ευγενίου ήταν ιερέας και πολύτεκνος.
Η μητέρα του μακαριστού σήμερα Ευγενίου, η Μαρία, το γένος
Ανδρουλάκη, καταγόταν από μια καλή οικογένεια της κοντινής Λατσίδας, κι ήταν
ένας υπέροχος άνθρωπος και χρυσοχέρα.
Οι ιερατικές ρίζες της οικογένειας και η συνεχής επαφή των δυο παιδιών με την εκκλησία, σαφώς κι έπαιξαν ρόλο στη μετέπειτα εξέλιξη τους.Ακολουθώντας τον παππού τους μεγάλωσαν κυριολεκτικά μέσα στις εκκλησίες της Βουλισμένης.
Η μητέρα τους λέγεται πως ήταν μια εξαιρετική υφάντρα και με πολύ μεράκι έφτιαξε την προίκα των δυο παιδιών της χωρίς να γνωρίζει φυσικά πως οι βουλές του Κυρίου ήταν διαφορετικές γι αυτά.Μάλιστα την προίκα του ο μακαριστός Ευγένιος τη δώριζε κομμάτι κομμάτι σε υψηλούς επισκέπτες, σε μοναστήρια και εκκλησίες όταν στη συνέχεια αφιερώθηκε στο Θεό.
Ο Ευγένιος φοίτησε στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Η Ιερά
Μονή Επανωσήφη ανέλαβε εξολοκλήρου τα έξοδα των σπουδών του, αφού οι γονείς του
δεν είχαν τέτοια δυνατότητα, μια ευεργεσία που ποτέ ο μακαριστός Ευγένιος δεν
ξέχασε.
Το 1936 ανήμερα του Αγίου Μηνά ο τότε Μητροπολίτης Κρήτης
Τιμόθεος τον χειροτόνησε ιερομόναχο και αμέσως προχώρησε σε χειροθεσία του σε
Αρχιμανδρίτη αναθέτοντας του καθήκοντα ως γενικού αρχιερατικού επιτρόπου.
Αργότερα αναλαμβάνει πρώτος πρόεδρος στη Χριστιανική Ένωση
Απόστολος Παύλος και διευθυντής της νεοϊδρυθείσας Ιερατικής Σχολής στο
Ηράκλειο.
Την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής ο Ευγένιος με την αδελφή
του επιδόθηκαν σε κάθε είδους φιλανθρωπία για να βοηθήσουν τους δοκιμαζόμενους
συμπολίτες τους ενώ ο ίδιος στήριξε ενεργά και τους αγωνιστές μας ενάντια στον
κατακτητή παρέχοντας τους πληροφορίες.
Η εκλογή του ως Μητροπολίτη και οι αντιδράσεις των Επισκόπων
Τον Ιανουάριο του 1946 χειροτονήθηκε στον Άγιο Μηνά
Επίσκοπος Αρκαδίας όπου και επέδειξε
πλούσιο έργο. Ωστόσο το 1950 εξεδήμησεν προς Κύριον ο Μητροπολίτης Κρήτης
Βασίλειος και η επιλογή του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως νέου ποιμένα της Κρητικής
Εκκλησίας ήταν ο Ευγένιος παμψηφεί, παρότι ήταν ο νεότερος υποψήφιος και η
εκλογή του πίκρανε τους υπόλοιπους διεκδικητές της θέσης.
Η ενθρόνιση του έγινε στις 30 Ιουνίου 1950, παρουσία πλήθους πιστών.Το έργο του δεν ήταν εύκολο κι εδώ ίσως φανεί περίεργο αλλά διαβάζοντας τις παρακάτω γραμμές ίσως να δούμε πράγματα που συμβαίνουν και σήμερα στην τοπική Εκκλησία.
Είναι η περίοδος που οι Επίσκοποι της Κρήτης θέλουν να
γίνουν κι εκείνοι μητροπολίτες, κάνουν παρασυναγωγές, επικοινωνούν με την κυβέρνηση, έχουν
προσβάσεις σε μέλη της Συνόδου του Πατριαρχείου και κατηγορούν σε αυτήν τον
Ευγένιο με ανυπόστατες κατηγορίες.
Εκείνος προσπαθεί να κρατήσει τις ισορροπίες αλλά οι
Επίσκοποι ζητούν τροποποίηση του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κρήτης. Ο
Ευγένιος γράφει τον Αύγουστο του 1950, με αγωνία, στον Οικουμενικό Πατριάρχη για
τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Παράλληλα ενημερώνει τον πρόεδρο της τότε
Κυβέρνησης καθώς ο Σοφοκλής Βενιζέλος, που βρισκόταν τότε σε αυτή τη θέση, είναι
Κρητικός και πρέπει να γνωρίζει. Η κατάσταση έφθασε σε τέτοιο σημείο που ο
Ευγένιος αναγκάστηκε να πει τι συμβαίνει και στο ίδιο το ποίμνιο του μέσα από
ανακοίνωση Τύπου.
Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας αρνήθηκε να ανυψώσει τους επισκόπους της Κρήτης σε μητροπολίτες και τους έκοψε τη διάθεση.Το Μάρτιο του 1952 στέλνει στην Κρήτη Πατριαρχική Εξαρχία με το μήνυμα πως η Μητέρα Εκκλησία στοργικά φροντίζει πάντοτε την Εκκλησία της Κρήτης αλλά χωρίς να ικανοποιεί το αίτημα των Κρητικών Επισκόπων.
Το Φεβρουάριο του 1953 δυο από τους Επισκόπους μετέβησαν στο
Πατριαρχείο και έμειναν για 15 ημέρες προσπαθώντας να πείσουν για το δίκαιο του
αιτήματος τους ενώ επιστρέφοντας στην Κρήτη με άρθρα στον τοπικό Τύπο
επιχείρησαν να ξεσηκώσουν το λαό.
Τον Ιούλιο του ίδιου έτους το Πατριαρχείο αναγγέλλει επίσημα
πως δεν πρόκειται οι Επισκοπές να ανυψωθούν σε Μητροπόλεις. Ο λαός και οι φορείς
της Κρήτης εκφράζουν τη χαρά τους δημόσια που επιτέλους θα μπει τέλος στη
διένεξη που ταλάνιζε την Εκκλησία στο νησί.
Το Νοέμβριο του 1953 συγκαλεί ο Ευγένιος τη Σύνοδο και πλέον
οι Επίσκοποι μέλη της βλέποντας πως κλήρος και λαός αποδέχεται και αγαπά τον
Μητροπολίτη Κρήτης μαλακώνουν και συμβιβάζονται με την ισχύουσα κατάσταση.
Τέλη της δεκαετίας του 1950 άρχισαν πάλι τα προβλήματα με
την ανύψωση των επισκόπων σε μητροπολίτες. Προσωρινή ανάσχεση σε αυτές τις
τάσεις έρχεται με την ψήφιση του νέου Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της
Κρήτης από τη Βουλή των Ελλήνων το Φεβρουάριο του 1961.
Όλα αλλάζουν το 1962 όταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο, μετά
τις τόσες πιέσεις, ανυψώνει τις επισκοπές της Κρήτης σε μητροπόλεις χωρίς να αποφασίσει παράλληλα ανύψωση του Μητροπολίτη Κρήτης σε Αρχιεπίσκοπο. Ο Ευγένιος
θλίβεται και τα ψηφίσματα δυσαρέσκειας των φορέων της Κρήτης προς τον Πατριάρχη
για τον τρόπο που λειτούργησε στο εκκλησιαστικό ζήτημα και τη διασάλευση της εκκλησιαστικής τάξης πέφτουν
βροχή.
Στις 13 Ιουλίου του 1963 ο Πατριάρχης επισκέπτεται το
Ηράκλειο και γίνεται δεκτός με σπουδαία υποδοχή από κλήρο και λαό.
Ακολουθεί το μεγαλύτερο γεγονός στην ιστορία της Εκκλησίας
της Κρήτης τον 20ο αιώνα η επανακομιδή της Τιμίας Κάρας του Αγίου Τίτου από την
Ιταλία ενώ ένα δεύτερο ευτυχές γεγονός ήλθε να συμπληρώσει τις ευλογημένες
στιγμές που βίωσε η τοπική Εκκλησία με την απόφαση της Ιεράς Συνόδου του
Οικουμενικού Πατριαρχείου, στις 28 Φεβρουαρίου 1967, που ανύψωσε τελικά τη Μητρόπολη
Κρήτης σε Αρχιεπισκοπή και το Μητροπολίτη Ευγένιο σε Αρχιεπίσκοπο στηρίζοντας
τον πλέον έμπρακτα για το έργο του, που ήταν πολυσχιδές και πλούσιο.
Σαφώς τα προβλήματα με τους υπόλοιπους Μητροπολίτες της Κρήτης δεν σταμάτησαν εκεί, οι επιθέσεις προς το πρόσωπο του ήταν πολλές και ειδικά την περίοδο της Επταετίας, και από τον κλήρο και από το λαό που παρασύρονταν από διάφορα δημοσιεύματα. Είχε σκεφτεί αρκετές φορές να παραιτηθεί.
Ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, ο Ευγένιος Ψαλιδάκης εξεδήμησεν προς Κύριον το Φεβρουάριο του 1978 σε ηλικία 66 ετών. Ο εκδότης της εφημερίδας "Μεσόγειος" Αριστοτέλης Γραμματικάκης γράφει για την εκδημία του: "ΤΩ ΚΑΙΡΩ ΕΚΕΙΝΩ"-Σάββατο 11 του Φλεβάρη του 1978-μόλις είχε ξημερώσει, βρεθήκαμε όλο στο πόδι. Κλήρος και λαός, επίσημοι και ανεπίσημοι, άρχοντες και αρχόμενοι από κάθε γωνιά της Κρήτης, από πολλά σημεία της ηπεριωτικής Ελλάδας, ακόμα και από τη Βασιλεύουσα της Ρωμιοσύνης. Από την Κωνσταντινούπολη. Και ο λόγος, για να φορέσουμε τη μάσκα της κατήφειας και της στιλβωμένης οδύνης. Και έτσι μεταμφιεσμένοι, από υποκριτές και φαρισαίοι που είμαστε, σε Χριστιανούς και ανθρώπους, να συνοδεύσουμε τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης αοίδημο Ευγένιο Ψαλιδάκη στην τελευταία του κατοικία. Ορθότερα, στον τάφο που, με τα ίδια μας τα χέρια, του είχαμε σκάψει..."
(Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από την έκδοση Ο Αρχιεπίσκοπος
Ευγένιος και η Εκκλησία της Κρήτης, του Μητροπολίτου Πέτρας και Χερρονήσου
Νεκταρίου, Νεάπολη 2002)