Δαρβίνος..από παιδί με αργή διανοητική ανάπτυξη έγινε ο επιστήμονας που ανέτρεψε τη θεωρία της ύπαρξης μας - Ιστορίες, Ρεπορτάζ, Σχολιασμός Κρήτης Blog | e-storieskritis.gr

Πέμπτη 19 Απριλίου 2018

Δαρβίνος..από παιδί με αργή διανοητική ανάπτυξη έγινε ο επιστήμονας που ανέτρεψε τη θεωρία της ύπαρξης μας



Σαν σήμερα το 1882 άφησε την τελευταία του πνοή ένας άνθρωπος που έμελε να αλλάξει το ρού της επιστήμης και της ίδιας μας της ύπαρξης.

Ο Άγγλος φυσιοδίφης Κάρολος Δαρβίνος ήταν εκείνους που πρώτος προσπάθησε να καταρρίψει τη θεωρία καταγωγής του ανθρώπου από τον Αδάμ και την Εύα. Όντας αγνωστικιστής και όχι αθεϊστής επιστήμονας, όπως ήθελε να χαρακτηρίζει τον εαυτό του, επέφερε επαναστατικές αλλαγές στην ανθρώπινη γνώση με τη θεωρία του για τη βιολογική εξέλιξη μέσω της φυσικής επιλογής.

Ποιός ήταν όμως ο Κάρολος Δαρβίνος, αυτός ο επιστήμονας που τα πρώτα χρόνια της ζωής του είχε αργή διανοητική ανάπτυξη και τελικά εξελίχθηκε σε μια από τις σπουδαιότερες μορφές της επιστήμης;

Ο Τσαρλς Ρόμπερτ Ντάργουιν, όπως είναι το πλήρες όνομα του, γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1809 στο Σρούσμπερι της Δυτικής Αγγλίας. Ήταν γιος γιατρού.

Ωστόσο σε μικρή ηλικία δεν θα τον έλεγε κανείς ατσίδα, στο σχολείο ήταν μέτριος μαθητής, ενώ λέγεται πως η διανοητική του ανάπτυξη υπήρξε κάπως αργή. Πήγε να σπουδάσει ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, όμως δεν τα κατάφερε γιατί η περιγραφή των ασθενειών τού προκαλούσε ρίγος, όπως έλεγε, ενώ οι εγχειρίσεις χωρίς αναισθησία έθιγαν την ευαισθησία του.

Τελικά με παρότρυνση του πατέρα του φεύγει από το Εδιμβούργο και γράφεται στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, στο Τμήμα Θεολογίας, αφού η καριέρα του πάστορα ήταν μια θέση καλοπληρωμένη και κοινωνικά καταξιωμένη τότε.

Ο Κάρολος δεν είχε φυσικά κανένα ενδιαφέρον για τη θεολογία και σύντομα θα στραφεί στη μελέτη της φυσικής ιστορίας και της γεωλογίας.

Όντας στο Κέιμπριτζ, ο Δαρβίνος απέκτησε έναν μέντορα, τον καθηγητή βοτανικής Τζον Στίβενς Χένσλοου, ο οποίος του πρότεινε μια θέση φυσιοδίφη στην ερευνητική αποστολή του «Beagle» για μια πεντάχρονη ερευνητική εκστρατεία στα πέρατα του κόσμου. 

Στις 27 Δεκεμβρίου 1831, το «HMS Beagle» απέπλευσε από την Αγγλία με προορισμό τον κόσμο. Στη διάρκεια του ταξιδιού, ο Δαρβίνος ήρθε σε επαφή με «πρωτόγονους» πολιτισμούς και ιθαγενείς, την ίδια ώρα που συνέλεγε μανιωδώς φυσικά δείγματα, απολιθώματα και γεωλογικά υλικά, μελετώντας ταυτόχρονα ζώα που δεν είχε συναντήσει ποτέ. 

Ο Ειρηνικός Ωκεανός, τα νησιά Γκαλαπάγκος και η Λατινική Αμερική παρείχαν στον Δαρβίνο το απαραίτητο πλαίσιο για να την ανάπτυξη της θεωρίας του. Το ταξίδι είχε ωστόσο για τον ίδιο προσωπικό κόστος, με την υγεία του να κλονίζεται από την ταλαιπωρία και τις αρρώστιες.

Επιστρέφοντας στην Αγγλία το 1836 ο Δαρβίνος άρχισε να δημοσιεύει τα αποτελέσματα των ερευνών του σε επιστημονικές επιθεωρήσεις, με το ταξίδι να έχει διαδραματίσει κεφαλαιώδη ρόλο στις απόψεις του περί φυσικής ιστορίας. Η διαδικασία για τη σύλληψη της επαναστατικής του θεωρίας για την καταγωγή και την εξέλιξη των ειδών είχε ήδη αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά.

Η πεντάχρονη έκθεση του Δαρβίνου σε δείγματα από όλον κυριολεκτικά τον κόσμο έθετε μια σειρά νέων ερωτημάτων. Οι άλλοι φυσιοδίφες της εποχής πίστευαν ότι όλα τα είδη είτε προέρχονταν από τις απαρχές του κόσμου είτε δημιουργήθηκαν στο διάβα της φυσικής ιστορίας.

Ο Δαρβίνος παρατήρησε ωστόσο ομοιότητες μεταξύ των ειδών του πλανήτη, την ίδια στιγμή που διέκρινε και διακυμάνσεις μέσα στην ίδια οικογένεια, καταλήγοντας ότι τα είδη αυτά πρέπει να έχουν προκύψει από κάποιους κοινούς προγόνους. Τα είδη, για τον δαρβινισμό, επιβίωναν πλέον μέσω ενός φυσικού προτύπου που ονόμασε «φυσική επιλογή», έναν μηχανισμό δηλαδή συνεχούς προσαρμογής των ειδών στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος, από την αίσια έκβαση του οποίου κρινόταν πια η επιβίωση ή η εξαφάνιση του οργανισμού αλλά και του είδους του.

Η τομή που εισήγαγε ο δαρβινισμός δεν έγινε βέβαια δεκτή χωρίς αντιδράσεις, τόσο από την επιστημονική κοινότητα όσο και από τον κόσμο της εκκλησίας, που δεν έβλεπε με καθόλου καλό μάτι τη φυσική επιλογή.



 Ο Δαρβίνος ήταν ωστόσο διαπρεπές μέλος της επιστημονικής κοινότητας, καθώς τα δείγματα που έφερε στις βαλίτσες του τον είχαν ήδη κάνει διάσημο στους χώρους της επιστήμης.

Με την υγεία του εμφανώς κλονισμένη, ο Δαρβίνος θα παντρευτεί το 1839 την ξαδέλφη του Έμα Γουέτζγουντ, με την οποία θα αποκτήσει 10 παιδιά, εκ των οποίων τα τρία πέθαναν σε νεαρή ηλικία. Ο θάνατος των παιδιών του τον έκανε να σκεφτεί πως ίσως αιτία ήταν η συγγένεια με τη σύζυγο του. Έτσι οδηγήθηκε στη θεωρία για τη γενετική διασταύρωση.

Εκείνη την περίοδο ο Δαρβίνος εργαζόταν πυρετωδώς όμως ήταν διστακτικός στο να δημοσιεύσει τη θεωρία του, καθώς ερχόταν σε αντίθεση τόσο με τη θρησκεία όσο και το επιστημονικό κατεστημένο. 

Αν δεν ήταν ο συνάδελφος του βιολόγος Άλφρεντ Ράσελ Γουάλας που ετοιμαζόταν να κυκλοφορήσει τη δική του μελέτη για την εξέλιξη των ειδών από την επιτόπια έρευνά του στο Βόρνεο το 1856, ο Δαρβίνος δεν θα έσπευδε να δημοσιεύσει την «αιρετική» του εργασία. 



Ήταν όμως το θέμα της πρωτιάς και ο Δαρβίνος δεν ήθελε να χάσει την ευκαιρία. Το 1858 λοιπόν, έπειτα από δεκαετίες έρευνας, ο φυσιοδίφης περιγράφει φειδωλά τη σύνοψη της θεωρίας του σε ομιλία στην επιστημονική κοινότητα, ενώ στις 24 Νοεμβρίου 1859 θα κυκλοφορούσε το εμβληματικό «Η Καταγωγή των Ειδών», όπου εξηγούσε λεπτομερώς τις βάσεις της θεωρίας του.

Όπως ήταν φυσικό  η θεωρία του δεν έγινε αρχικά δεκτή, Σύντομα κυκλοφόρησαν λίβελοι που τον κατηγορούσαν ότι έβλεπε τον άνθρωπο ως απόγονο του πιθήκου.

Μια ομάδα επιστημόνων πίστεψαν ωστόσο στα λεγόμενά του και βάλθηκαν να τον υπερασπίσουν από τις επιθέσεις, με το βιβλίο να προκαλεί τέτοια αναταραχή ώστε έφτασε να θεωρείται το πλέον αμφιλεγόμενο επιστημονικό σύγγραμμα όλων των εποχών. Η επιστημονική ιδέα της εξέλιξης, που πρώτος εισήγαγε ο Δαρβίνος, επέφερε, χωρίς αμφιβολία, μια κοσμογονική αλλαγή στην προοπτική της ανθρώπινης σκέψης. 

Ο Κάρολος Δαρβίνος πέθανε στο σπίτι του στο Λονδίνο στις 19 Απριλίου 1882 και τάφηκε με τιμές στο Αβαείο του Ουέστμινστερ, έχοντας πριν τιμηθεί εκτεταμένα με μετάλλια, επαίνους και τιμητικούς τίτλους.

Στον επόμενο αιώνα, η αποκάλυψη της δομής του DNA θα επιβεβαίωνε τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης των ειδών, αν και οι επιστήμονες είχαν ήδη πειστεί για την ορθότητά της. 

Σελίδες