Αυτός ήταν ο αληθινός Ζορμπάς που ενέπνευσε το Νίκο Καζαντζάκη - Ιστορίες, Ρεπορτάζ, Σχολιασμός Κρήτης Blog | e-storieskritis.gr

Πέμπτη 1 Ιουνίου 2017

Αυτός ήταν ο αληθινός Ζορμπάς που ενέπνευσε το Νίκο Καζαντζάκη





Αύριο στις 7.30 το απόγευμα παρουσιάζει στο Ηράκλειο, στη δημοτική αίθουσα της οδού Ανδρόγεω, ο Γιώργος Στασινάκης, πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη, το βιβλίο του « Καζαντζάκης-Ζορμπάς: Μια αληθινή φιλία".

Η παρουσίαση αυτή μας δίνει μια καλή αφορμή να ψάξουμε λίγο περισσότερο την ιστορία του περίφημου Ζορμπά, που όλοι λατρέψαμε μέσα από το ομώνυμο έργο του Καζαντζάκη.

Ξεκινώντας από τη μορφή του, είναι σίγουρο πως οι περισσότεροι έχουμε ταυτίσει την όψη του Ζορμπά με εκείνη του Άντονι Κουίν, που πρωταγωνίστησε στην κινηματογραφική μεταφορά του Ζορμπά. Ωστόσο όπως θα δείτε στις φωτογραφίες που παραθέτουμε ο αληθινός Ζορμπάς ήταν αρκετά διαφορετικός.

Από εκεί και πέρα θεωρούμε τον Γιώργη Ζορμπά, και όχι τον Αλέξη όπως τον παρουσιάζει ο μεγάλος Κρητικός συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης, ως Κρητικό ενώ στην πραγματικότητα ήταν Μακεδόνας και δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στην Κρήτη.

Σχετικά με τον πραγματικό Ζορμπά, αρχικά ο ίδιος ο Καζαντζάκης σε συνέντευξή του το 1958, στο περιοδικό "Καινούργια Εποχή"  αναφέρει: "Ο ΖΟΡΜΠΑΣ ΥΠΗΡΞΕ. Όλα σε κείνο το βιβλίο είναι αληθινά. Λεγόταν Γιώργης Ζορμπάς. Όχι Αλέξης. Έχω και πολλά γράμματά του. Μπορεί να τα δημοσιέψω κάποτε. Ήτανε Μακεδόνας".

Επίσης σε μια απαντητική επιστολή του Καζαντζάκη προς τον πρωτότοκο γιο του Ζορμπά, Ανδρέα, Αξιωματικό του Στρατού το 1957, σε αντιρρήσεις που είχε τόσο ο ίδιος όσο και η λοιπή οικογένειά του για το βιβλίο που είχε εκδοθεί, ο Καζαντζάκης έγραφε: «Σπάνια αγάπησα και τίμησα άνθρωπο όπως τον Ζορμπά.
Τον παράστησα στα γραφτά μου ως ένα ανώτερο ελεύθερον άνθρωπο κ’ είναι τώρα ένδοξος για χιλιάδες ανθρώπους στην Ευρώπη και στην Αμερική. Θεωρήθηκε πρότυπο του ελεύθερου ανθρώπου και πολλοί στην Αμερική θέλουν να ιδρύσουν Συλλόγους στο όνομά του «Οι φίλοι του Ζορμπά». Πέρυσι ακόμα γράφηκε στις ελληνικές εφημερίδες πως ανώτερος υπάλληλος της Αμερικανικής Πρεσβείας στην Αθήνα είπε πως αφότου διάβασε τον Ζορμπά, του ‘ρχεται να τα παρατήσει όλα και ν’ ακολουθήσει το παράδειγμά του.



Έχω στη διάθεσή σας ολόκληρο τόμο από κριτικές ευρωπαϊκές κ’ αμερικάνικες, που εγκωμιάζουν την προσωπικότητα του Ζορμπά.
Αυτά έκαμα για τον πατέρα. και τώρα ο γιος παραπονάται.»

Ως προς την καταγωγή του Ζορμπά αλλά και ποίοι ήταν οι γονείς του,οι μαρτυρίες διίστανται και ειδικά ο κάθε απόγονος έχει και τον δικό του ισχυρισμό.Έτσι ένας από τους γιους του, ο Ανδρέας, σε στοιχεία που έδωσε στον ερευνητή και συγγραφέα Γιάννη Γουδέλη και καταγράφονται στο βιβλίο του "Ο Καζαντζάκης ξανασταυρώνεται" ισχυρίζεται ότι: «ο Ζορμπάς, γιος του Ξενοφώντα ή Φώντα, γεννήθηκε στο Ελευθεροχώρι (Πιερίας), στα 1857. Πέθανε στα Σκόπια στις 16 Σεπτεμβρίου 1941, σε ηλικία δηλαδή 84 χρονών. 


Ο Ζορμπάς σε μεταλλείο γύρω στα 1925

Σε δημοσίευμα στο εβδομαδιαίο φιλολογικό – εγκυκλοπαιδικό – επιστημονικό περιοδικό "Ταχυδρόμος" το 1965, με αφορμή τότε την προβολή της κινηματογραφικής ταινίας του Μιχάλη Κακογιάννη " Ζορμπάς ο Έλληνας", καταχωρείται άρθρο του Γ. Αναπλιώτη με τίτλο "Ο Αληθινός Ζορμπάς" και υποσημείωση "Το μικρό του όνομα ήταν Γιώργης. Γεννήθηκε στον Κολινδρό. Ήθελε να γίνει τσοπάνης, αλλά αναγκάσθηκε να γίνει μιναδόρος στα μεταλλεία του Μαντέμ Λάκκου".

Μεταξύ άλλων αναφέρει ότι το έργο του "είναι απόλυτα ντοκουμενταρισμένο κι’ αδίσταχτα «αυθεντικό», γιατί στηρίζεται σε διασταυρωμένες κι’ από πολλές πλευρές αυστηρά ελεγμένες πηγές. Ως πηγές θεωρεί τις αφηγήσεις της πρωτοθυγατέρας του Ζορμπα, Αντρονίκης Κεχάεφ και των συνεργατών του, δηλαδή των ανθρώπων που τον ζήσανε από κοντά και δούλεψαν, μαζί του στο μεταλλείο της Μάνης. 

Ο Αναπλιώτης αναφέρεται στο χρονικό της ζωής του Ζορμπά και του Καζαντζάκη, το 1917, στο μεταλλείο της Πραστοβάς Στούπας – Καρδαμύλης της Μάνης, που τους έδεσε με στέρεη κι’ αδελφική φιλία, που κράτησε ώς τον θάνατό τους. 

Ο Ζορμπάς με τη δεύτερη γυναίκα του στα Σκόπια 

Ο Αναπλιώτης περιγράφει με το δικό του τρόπο τον Ζορμπά: «Τί ήταν ο Ζορμπάς; Ήταν ένας βουνίσιος χωριαταράς, που μόλις ήξερε λίγα κολλυβογράμματα, ένας αγράμματος πες, ένας καταπληχτικός εμπειρικός σοφός που τάιζε καθημερινά τον Καζαντζάκη με «λιονταρίσιο μυαλό».

 Και τί ήταν η σοφία του; Κατασταλαγμένη εμπειρία από την ανήσυχη ζωή του, από την πολύχρονη Οδύσσειά του. Κοσμογυρισμένος. Έχει ταξιδέψει κι έχει ζήσει στην τουρκοκρατούμενη και στη λεύτερη Ελλάδα, στη Ρωσία και στη Σερβία. Έχει αλλάξει πολλά επαγγέλματα: κανατάς, γυρολόγος, νταμαρτζής, μιναδόρος, σαντουρτζής, στραγαλατζής, γύφτος, λαθρέμπορας. Κ’ είχε στις περιπλανήσεις του γνωρίσει όλες σχεδόν τις ράτσες: ρωμιούς, τούρκους, βούλγαρους, ρουμάνους, ρώσους, οβριούς – ό,τι βάλει ο νους σου. «Πολλών δ’ ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω». Πάει να πει είχε γνωρίσει τον άνθρωπο σε μεγάλη ποικιλία. Του ‘χε κάμει πολλά, αλλά κ’ είχε πάθει πολλά απ’ αυτόν".

Ο γιος του Μανώλης σε αφήγησή του στον Βαγγέλη Καραγιάννη, που δημοσιεύθηκε το 1978, αναφέρει: "Ο πατέρας μας, ο Γιώργης Ζορμπάς, γεννήθηκε στο Καταφύγι του Ολύμπου. Πέθανε στα Σκόπια το 1941 όταν ήταν 72 χρονών. Κάνω λογαριασμό πως γεννήθηκε γύρω στα 1870. Τον πατέρα του τον λέγαν Αντρέα κ’ ήτανε με τους αρματολούς και τους κλέφτες. Τί ξέρεις πόσους μακέλεψε, αφού στο τέλος για να σώσει την ψυχή του πήγε κ’ έγινε καλόγερος;

Δεν ήξερε γράμματα ο δικός μου, μα ήταν πανέξυπνος. Κείνα τα χρόνια δεν υπήρχανε σχολειά στα χωριά. Και την αλφαβήτα τη μαθαίνανε τα παιδιά γράφοντάς την με το δάχτυλο μέσα σ’ ένα κασόνι γεμάτο άμμο".

Για τον υπόλοιπο βίο του Ζορμπά, ο Αναπλιώτης αναφέρει ότι όταν αναγκάσθηκε η οικογένειά του να μετακομίσει στο Καταφύγι, ο πατέρας του αγόρασε εκεί γη, πρόβατα και γίδια και έκανε καλό κουμάντο, για να ζήσει την οικογένειά του. Μα δεν πέρασε πολύς καιρός και έχασε την γυναίκα του. Το κτύπημα ήταν μεγάλο. Δεν μπορούσε να το αντέξει. Αποφάσισε να αφήσει τον «μάταιο αυτό κόσμο» και να πάει στο Άγιο Όρος να καλογερέψει. 

Άφησε πίσω τον γιο του τον Γιώργη να κουμαντάρει το κοπάδι και το υπόλοιπο βιος και να βοηθά την υπόλοιπη πατρική του οικογένεια. Μια χρονιά όμως έπεσε χολέρα και ψόφησαν τα ζωντανά μ’αποτέλεσμα, στη συνέχεια, ο Ζορμπάς να αναγκασθεί να κάνει τον ξυλοκόπο. Ζορίζονταν όμως και απ’το μυαλό του περνούσαν πολλές σκέψεις ν’αλλάξει ασχολίες, για μια καινούρια ζωή.

Διάλεξε να πάει στον Μαντέμ Λάκκο, όπου είχε ακούσει ότι είχε δουλειά στα μεταλλεία. Εκεί με την βοήθεια του Υδραίου αρχιεπιστάτη Γιάννη Καλκούνη, έπιασε δουλειά και μάλιστα παντρεύτηκε με επεισοδιακό τρόπο την κόρη του Ελένη.
Απέκτησε μαζί της πολλά παιδιά. Η γυναίκα του πέθανε πριν από τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-13 και για τον Ζορμπά ακολούθησαν οι συμφορές. 

Μπορεί να απελευθερώθηκε η Μακεδονία αλλά οι Τούρκοι, φεύγοντας, τα’καναν «γής Μαδιάμ» και το μεταλλείο του Μαντέμ Λάκκου έπεσε σ’άλλα χέρια. Αναγκάσθηκε να ξεριζωθεί και καταστάλαξε με την φαμίλια του εκεί που ήταν και ο θείος του ο Γιάννης γιατρός, στο Κάτω Ελευθεροχώρι. Έμεινε κάμποσο εκεί και αναγκάσθηκε να γίνει μικροπωλητής, γυρολόγος, μαυραγορίτης και έφτασε μέχρι το μεταλλείο της Πραβίτσας. Δούλεψε σκληρά, μα δε στέργιωσε πουθενά.

Το 1915 βρέθηκε στο Άγιο Όρος ακολουθώντας τον πατέρα του, αποφασισμένος να καλογερέψει. Γνώρισε όμως εκεί τον Καζαντζάκη – που με τον Άγγελο Σικελιανό έμειναν εκεί 40 μέρες για «πνευματική άσκηση» όπως έλεγαν – και συμφώνησαν να κατεβούν στη Μάνη για να δουλέψουν το ορυχείο λιγνήτη της Πραστοβάς. Κουβάλησε και την οικογένειά του εκεί. Δεν πήγε ούτε αυτή η επιχείρηση καλά. Εκεί ο Καζαντζάκης ξετινάχτηκε οικονομικά αλλά η γνωριμία τους αυτή ήταν αιτία να δεθούν με στενή φιλία μέχρι που χώρισαν αλλά θυμόταν ο ένας τον άλλο. 

Το 1917 ο Καζαντζάκης αρρώστησε και πήγε στην Ελβετία για θεραπεία. Εκεί, για κάμποσους μήνες που διήρκεσε η θεραπεία του, ζούσε με τον ίσκιο του Ζορμπά. Το προσωπικό του μεταλλείου της Πραστοβάς μετά απ’αυτά σκόρπισε και ο Ζορμπάς έπιασε δουλειά πιο πέρα σε μεταλλείο του Καινούργιου Χωριού, μεταφέροντας εκεί και την πολυμελή του οικογένεια. Στο μεταλλείο αυτό εργάσθηκε μέχρι το 1918.

Τον επόμενο χρόνο, ο Καζαντζάκης ως Γενικός Διευθυντής στο νεοσύστατο Υπουργείο Περίθαλψης, θα πήγαινε με κρατική αποστολή στη Ρωσία, για να διαπραγματευθεί την μεταφορά των Ελλήνων προσφύγων του Καυκάσου, που δεν μπορούσαν να μείνουν εκεί μετά την επανάσταση των Μπολσεβίκων. Πήρε μαζί του και τον Ζορμπά και κατάφεραν να φέρουν σε πέρας την αποστολή τους.

Μετά χώρισαν για πάντα. Και ο Αναπλιώτης καταλήγει στην έρευνά του: «Δεν ξαναείδε ο ένας τον άλλο. Ακολούθησαν χωριστούς δρόμους. Ο Καζαντζάκης τον δικό του ανηφορικό δρόμο της ποιητικής δημιουργίας και του ταξιδιού, της πνευματικής πειρατείας. Ο Ζορμπάς τον δρόμο του τυχοδιώκτη. Καταστάλαξε στη Σερβία, δούλεψε σ’ένα μεταλλείο κοντά στα Σκόπια, ριζώθηκε εκεί. Βρήκε μια νταρντάνα Σλάβα, αμόλησε μ’αυτή κι άλλα παιδιά, έφτιαξε καινούρια φαμέλια. Φρόντιζε και την παλιά. 

Εκεί τον βρήκε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, η πείνα του 1940-41, η ναζιστική σκλαβιά. Κι εκεί πέθανε το 1941. Όρθιος, λυτρωμένος κι από θεούς κι από διαβόλους, κι από πατρίδες κι απ’όλα».

O Ζορμπάς που μπήκε στις σελίδες του βιβλίου δεν ήταν ο Ζορμπάς της Πραστοβάς και του Καυκάσου. Την ιστορία της φιλίας τους και της αποτυχημένης επιχείρησης του λιγνίτη, ο Καζαντζάκης τη μετατόπισε από τη Μάνη στην Κρήτη, την αγαπημένη του πατρίδα, που τόσο έχει υμνήσει. Ο Ζορμπάς του βιβλίου έγινε ένας άλλος. Ένας Ζορμπάς μετασχηματισμένος. Τον μετουσίωσε, λοιπόν, ο Καζαντζάκης ώστε να τον μεταβάλει από αληθινό άνθρωπο σε μυθιστορηματικό πρόσωπο και δή σε καζαντζακικό ήρωα: τον μετάπλασε έτσι από Γιώργη σε Αλέξη Ζορμπά.

(Απόσπασμα έρευνας που έκανε για το Ζορμπά ο ΒΑΣ ΤΡΑΟΥΔΑΣ, μέλους του Δ.Σ. της
Ιστορικής και Λαογραφικής Εταιρείας Γιαννιτσών «Ο Φίλοππος»).

Σελίδες