Η Ιερά Μονή Παναγίας Καλυβιανής είναι ένα από τα μεγαλύτερα
και σημαντικότερα προσκυνήματα του δεκαπενταύγουστου στην Κρήτη καθώς τιμά την
Κοίμηση της Θεοτόκου και γίνεται το επίκεντρο λατρείας για χιλιάδες πιστούς που
συρρέουν από κάθε γωνιά της Κρήτης.
Η παλαιότερη ιστορία της Μονής Καλυβιανής δεν είναι γνωστή.Ενδείξεις μόνο έχουμε πως στη θέση του σημερινού Μοναστηριού υπήρχε παλαιότερη μονή αφιερωμένη στην Παναγία. Αυτή η Μονή μάλλον καταστράφηκε από τους Οθωμανούς κι έκτοτε έμεινε μόνο ένας ναός που λειτουργούσε ως την επανάσταση του 1821. Από τότε μέχρι και το 1865 ο ναός ήταν εγκαταλελειμμένος και μάλιστα κατά διαστήματα χρησιμοποιούνταν από τους Οθωμανούς ως στάβλος ή αποθήκη του γειτονικού χωριού Καλύβια.
Ο Ιωάννης Μαργιολάκης από το χωριό Άγιος Ιωάννης ήταν
εκείνος που το 1865 προχώρησε σε επιδιορθώσεις στον παλιό ναό της Παναγίας και
παρότι όλη η περιοχή τότε ανήκε στους Οθωμανούς δεν τον εμπόδισαν. Όμως δυο
παιδιά, ορμώμενα από μουσουλμανικό φανατισμό, λέγεται πως πήγαν και
βεβήλωσαν το ναό. Το ένα πέθανε και το άλλο αρρώστησε και τότε, εξαιτίας αυτού
του γεγονότος, ήταν που απόκτησε φήμη το
μικρό μοναστήρι.
Το 1873 ο Αναγνώστης Ματθαίος Μιχελινάκης βρήκε κάτω από μια ελιά την εικόνα της Παναγίας.Χιλιάδες προσκυνητές άρχισαν να συρρέουν στο μοναστήρι, οι Οθωμανοί αντέδρασαν κι άρχισαν να συμπεριφέρονται με βαρβαρότητα στους προσκυνητές που πήγαιναν στη χάρη της Παναγίας στις 15 Αυγούστου να προσκυνήσουν.
Έγινε μέγα θέμα η συμπεριφορά τους και οδήγησε στην μετάθεση
ενός πασά και στην προσωρινή μετάθεση του Μητροπολίτη Κρήτης.
Εκείνη τη χρονιά ξεκίνησε μια προσπάθεια για σύσταση
επιτροπής που θα διαχειρίζονταν τα αφιερώματα της Καλυβιανής και θα φρόντιζε
για την επισκευή του ναού και ανέγερση άλλων οικοδομημάτων.
Σε εποχές που η οικονομική κατάσταση των Κρητικών ήταν δραματική άρχισαν να καταφθάνουν στο ναό πολύτιμα κοσμήματα, ακόμα και κειμήλια που ήταν φυλαγμένα για αιώνες σε σεντούκια. Άλλοι αφιέρωσαν ακίνητα στο Μοναστήρι.Σταδιακά η Καλυβιανή μετατράπηκε σε σπουδαίο προσκύνημα.
Ο μεγάλος ναός που βλέπουμε σήμερα στη Μονή της Καλυβιανής
άρχισε να κτίζεται το 1911 και αφιερώθηκε στην Κοίμηση της Θεοτόκου, στο
Γενέσιο και τον Ευαγγελισμό της.
Το κτίσμα του ολοκληρώθηκε το 1924 ενώ μετά το 1961
προστέθηκε και ο πρόναος.
Όπως γράφει ο ιδρυτής της μονής Μητροπολίτης Τιμόθεος
Παπουτσάκης, «όταν για πρώτη φορά αντίκρισα την Καλυβιανή (1956) μια φωτεινή
ιδέα εκυριάρχησε στο πνεύμα μου κι έγινε σχεδόν αμέσως έμμονη και δυνατή.
Τούτος ο τόπος είναι άγιος εσκέφθηκα…).
Και πράγματι ο τόπος πήρε άλλη μορφή καθώς τεράστια κτίρια
άρχισαν να υψώνονται από τη μια μεριά ως την άλλη και το παλιό προσκύνημα έγινε
τόπος προφοράς στον άνθρωπο και λατρευτικό κέντρο συνάμα.
Μέσα σε λίγα χρόνια έγινε έργο που κάτω από άλλες συνθήκες
χρειαζόταν δεκαετίες.
Δεν έγινε η Καλυβιανή τόπος αναχωρητών ή ησυχαστήριο. Αν
παρακολουθήσει κανείς τα πληθυσμιακά δεδομένα του θα διαπιστώσει πως από 16 κατοίκους
το 1851 έφθασε τους 288 το 1971. Οι περισσότεροι εξ αυτών άνθρωποι που βρήκαν
στοργή στα ιδρύματα της Καλυβιανής.
Σε 15 χρόνια η Καλυβιανή έγινε μια πολιτεία κι έβαλε κάτω
από τα φτερά της ένα ολόκληρο συγκρότημα φιλανθρωπικών ιδρυμάτων που
διαλαλούσαν την πίστη στο Θεό και την αγάπη προς τον άνθρωπο.
Ήταν ένα άλλο είδος μοναστηριού που συνδύαζε τις λατρευτικές
ανάγκες με την προσφορά. Ορφανοτροφείο, Γηροκομείο, Σχολή Οικοκυρικής, Ίδρυμα
Παιδικής Προστασίας, Τυπογραφείο, Εργαστήριο Ιεροραπτικής, Εργαστήριο
Παραδοσιακής Υφαντικής, Μουσείο και δίπλα σε αυτά μια ολόκληρη στρατιά
μοναζουσών που στελέχωναν τα διάφορα τμήματα.
Δυστυχώς σήμερα όλα αυτά δεν λειτουργούν. Μονάχα τριάντα
μοναχές διαθέτει η Μονή της Καλυβιανής κι από τα ιδρύματα της μόνο το Γηροκομείο
λειτουργεί για λίγο αφού ετοιμάζεται κι εκείνο να κλείσει.
Μόνο τα κτίρια όλων αυτών των ιδρυμάτων και εργαστηρίων παραμένουν
δεξιά και αριστερά του δρόμου που οδηγεί προς το καθολικό του Μοναστηριού να
θυμίζουν το σπουδαίο ρόλο που κάποτε διαδραμάτισε για την κοινωνία και τον
άνθρωπο.
(Αντλήθηκαν πληροφορίες από το έργο του Νίκου Ψιλάκη Μοναστήρια και Ερημητήρια της Κρήτης, εκδόσεις Καρμάνωρ)