Παλαιοχριστιανική Βασιλική Ελούντας: Ίσως η σπουδαιότερη Βασιλική του χριστιανικού κόσμου - Ιστορίες, Ρεπορτάζ, Σχολιασμός Κρήτης Blog | e-storieskritis.gr

Τρίτη 19 Δεκεμβρίου 2017

Παλαιοχριστιανική Βασιλική Ελούντας: Ίσως η σπουδαιότερη Βασιλική του χριστιανικού κόσμου

   


Όλοι έχουμε κολυμπήσει στην περιοχή όπου βρίσκονται οι ανεμόμυλοι στην Ελούντα, πόσοι όμως γνωρίζουμε την παρουσία, σε κοντινή απόσταση, των ερειπίων μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου αιώνα, με ένα εκπληκτικό ψηφιδωτό που παραπέμπει σε ένα ναό απαράμιλλης ομορφιάς;


Στον ισθμό του Πόρου, κοντά στα ερείπια της αρχαίας πόλης Ολούς, την πρώτη βυζαντινή περίοδο είχε αναπτυχθεί ο οικισμός Άλυγγος, όπως ονομαζόταν η Ελούντα στις αρχές του 6ου αιώνα.

Εκεί βρίσκουμε την παλαιοχριστιανική βασιλική του Έξω Πόρου, που ήταν μια τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική κι ένα από τα παλιότερα και ωραιότερα βυζαντινά μνημεία του Μιραμπέλλου. 

Βέβαια σήμερα σώζονται στο σημείο τα ερείπια της και ουσιαστικά φαίνονται μόνο τα θεμέλια του ναού και το υπέροχο ψηφιδωτό δάπεδο με τα γεωμετρικά σχέδια και τις επιγραφές των δωρητών του. 



Τα ερείπια της Βασιλικής τ' ανακάλυψαν Γάλλοι ναύτες. Χαρακτηριστικά ο Στέφανος Ξανθουδίδης αναφέρει: «Οι Γάλλοι ναύται…απεκάλυψαν το δάπεδον βυζαντιακής εκκλησίας φέρον ψηφιακήν διακόσμησιν εκ κύκλων, τετραγώνων και άλλων γεωμετρικών θεμάτων και ιχθύων. Μεταξύ τούτων έχει και ψηφιδωτάς επιγραφάς αναγραφούσας δωρητάς του ναού…». 

Μάλιστα ο Ξανθουδίδης κάνει λόγο και για την ανεύρεση αρχαίου υλικού, και συγκεκριμένα 6 ελληνικών επιγραφών, τις οποίες εντόπισαν οι ναύτες όταν έκαναν τη διάνοιξη της διώρυγας στο σημείο εκείνο, τις οποίες και έστειλαν στη Γαλλία.  

Συστηματικές ανασκαφές στην περιοχή είχαμε το 1937, από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών, από τον αρχαιολόγο  Ηenri Van Effenterre μαζί με τον Busk, υπό την εποπτεία του Έλληνα καθηγητή Μανόλη Μαυροειδή. 

Στην αψίδα του ναού, ο Van Effenterre βρήκε εντοιχισμένη, σε δύο συναρμοζόμενα τεμάχια, επιγραφή, η οποία αναφερόταν στο τέλος συνθήκης συμμαχίας μεταξύ Ολουντίων και Ροδίων, που έγινε γύρω στα 201-200 π. Χ. 


Οι ανασκαφές συνεχίστηκαν το 1960 από την Αρχαιολογική Εταιρεία, με εποπτεύοντα τον αρχαιολόγο Αναστάσιο  Ορλάνδο, με τη συνεργασία του τότε επιμελητή βυζαντινών αρχαιοτήτων Κρήτης Μύρωνα Μιχαηλίδη, προς καθορισμό του σχεδίου και των λεπτομερειών της βασιλικής, η οποία εν τω μεταξύ είχε καλυφθεί από χώμα.


Κατά τον H. V. Effenterre ο ναός χτίστηκε τον 5ο αιώνα. Ο αρχαιολόγος Εμμανουήλ Μπορμπουδάκης τον ανάγει, ειδικότερα, στο δεύτερο  μισό του 5ου αιώνα αναφέροντας πως το μωσαϊκό δάπεδο του, με τις φιγούρες και τα γεωμετρικά μοτίβα, ανήκουν στα καλύτερα πρωτοχριστιανικά δείγματα της Κρήτης.

Ο δε καθηγητής Κ. Καλοκύρης τον συγκαταλέγει μεταξύ των σπουδαιότερων βασιλικών ολόκληρου του χριστιανικού κόσμου. 


 Η βασιλική της αρχαίας Ολούντας ανήκε στον τύπο της λεγόμενης ελληνιστικής βασιλικής, με ορθογώνια κάτοψη, ξύλινη στέγη και υπερυψωμένο το μεσαίο κλίτος. 

Ο τύπος αυτός είχε διαδοθεί ευρύτατα κατά τον 4ο και 5ο αιώνα από την Ισπανία μέχρι και τη Μεσοποταμία, ενώ στον 6ο αιώνα αντικαταστάθηκε προοδευτικά από τα τρουλαία οικοδομήματα. 

Χωριζόταν, με κιονοστοιχίες, σε τρία κλίτη και εσωτερικά με εγκάρσιο τοίχο σε κυρίως ναό και νάρθηκα. Το μεσαίο κλίτος ήταν ψηλότερο από τα άλλα δύο, οι δε κίονες, πέτρινοι λαξευμένοι. 


Το πλάτος του ναού ήταν 17.10 μέτρα και το μήκος του 34.90 μέτρα. Ο ναός ήταν στραμμένος προς την ανατολή. Η ανασκαφή επιβεβαίωσε την υπόθεση του Ορλάνδου ότι το ψηφιδωτό δάπεδο, που βρέθηκε στα 1937, ανήκε στο μεσαίο κλίτος και μάλιστα στο δυτικότερο του τμήμα.

Η εύρεση τμημάτων του ψηφιδωτού κοντά στο νότιο άκρο της αψίδας του ιερού, απέδειξε ότι ολόκληρο το δάπεδο του μεσαίου κλίτους μάλλον καλυπτόταν από ψηφιδωτό. Απεναντίας τα κλίτη στα άκρα ήταν στρωμένα με λίθινες πλάκες, ακανόνιστου σχήματος. 

Στον ίδιο χώρο της εκκλησίας βρέθηκαν, κατά την ανασκαφή του 1960, λίθινα θωράκια και διάφορα θραύσματα, ανάμεσα τους και από επιγραφή των ρωμαϊκών χρόνων. 

Το ψηφιδωτό δάπεδο του ναού πάντως είναι αδιάψευστος μάρτυρας της πολυτελούς και λαμπρής αυτής βασιλικής. Όπως παρατηρεί ο Ορλάνδος, ολόκληρος ο ναός προδίδει μια εκλεπτυσμένη ευαισθησία και προϋποθέτει μια εύπορη κοινότητα-ενορία. Οι τεχνίτες που το δημιούργησαν φαίνεται να ήταν ιδιαίτερα έμπειροι και με γνώσεις γύρω από τις μορφές και τα σχέδια που αποτύπωσαν σε αυτό . 

Τα ψηφιδωτά αποτελούν τη σπουδαιότερη έκφραση του πνεύματος της βυζαντινής τέχνης. Τα δάπεδα των εκκλησιών δεν μπορούσαν να έχουν θεματολογία από τα ευαγγέλια και τη ζωή των αγίων για να μην πατούν οι άνθρωποι πάνω σε αυτά, γι αυτό και τα θέματα τους ήταν κυρίως γεωμετρικά σχέδια.


Όπως φαίνεται και στο δάπεδο του ναού της Ελούντας  τα κυριάρχα θέματα είναι γεωμετρικά, δηλαδή κύκλοι, τρίγωνα, ζατρίκια, ρόμβοι, φολίδες, ρόδακες αλλά και φυτά, όπως άνθη, κρίνα, κληματίδες με ή χωρίς σταφύλια, κυματοειδείς βλαστοί , μικρά και μεγάλα ψάρια, πτηνά.

Κατά τη μαρτυρία του Ορλάνδου, ένα τουλάχιστο διάχωρο κοσμούνταν από πτηνά ανάμεσα σε κληματίδες και ειδικότερα από ένα παγώνι, του οποίου σώζεται μόνον η ουρά, κι ένα μικρότερο πτηνό που πατάει στο έδαφος.

 Στη μέση του ψηφιδωτού της Παλαιοχριστιανικής της Ελούντας  κυριαρχούν τρεις ομόκεντροι κύκλοι, που από την αρχαιότητα συμβολίζουν την αιωνιότητα.

Ο μικρότερος κύκλος έχει γύρω του κλήματα και φύλλα αμπελιού, άμεσα σχετιζόμενα με το Χριστό και τη Θεία Ευχαριστία. 

Προς το τέλος του ψηφιδωτού, υπάρχουν δύο στήλες με παραστάσεις από δελφίνια και άλλα μικρότερα ψάρια. Μάλλον πρόκειται για το σύμβολο του Χριστού ως ΙΧΘΥΣ (Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ). 

Το δελφίνι, γνωστό για την κοινωνικότητα, την υψηλή νοημοσύνη και τα φιλικά του αισθήματα προς τον άνθρωπο, επελέγη στην περίπτωση αυτή ενώ το παγώνι, που βλέπουμε στο ίδιο ψηφιδωτό είναι σύμβολο του παραδείσου.
   
(Με πληροφορίες από το eloundanet)

Σελίδες